Νικορέστης Χανιωτάκης: «Προσεγγίζουμε το φως και την ψυχή του Ν. Ξυλούρη»
Η φωνή του Νίκου Ξυλούρη, βαθιά ριζωμένη στη μνήμη και την ιστορία της Κρήτης, βρίσκει για πρώτη φορά το θεατρικό της σώμα. Στη σκηνή του θεάτρου Ηβη, ζωντανεύει ο βίος και το έργο του σπουδαίου τραγουδιστή, χάρη στην παράσταση «Νίκος Ξυλούρης, ο αρχάγγελος της Κρήτης». Ο σκηνοθέτης Νικορέστης Χανιωτάκης, αξιοποιώντας το κείμενο της Ζαχαρένιας Πετράκη, ακολουθεί τη διαδρομή του Ξυλούρη από τα Ανώγεια της Κατοχής έως τις αθηναϊκές μπουάτ και την κορύφωση της δημόσιας παρουσίας του.
«Στην Κρήτη, είναι πολλά σπίτια που έχουν στον τοίχο την εικόνα της Παναγίας, του Χριστού, του Βενιζέλου και του Νίκου Ξυλούρη. Είναι ένα πρόσωπο ιερό για μας, αφού σε αυτόν βλέπουμε όλη την Κρήτη και κατ’ επέκταση την Ελλάδα και το φως του μάς φωτίζει ακόμα. Οπότε, με αυτήν την παράσταση ήθελα να τιμήσω αυτή τη μεγάλη προσωπικότητα και να δώσω μια αφορμή σ’ εμένα αλλά και άλλους ανθρώπους να γνωρίσουν καλύτερα την προσωπικότητα, τη ζωή και τους ανθρώπους του», αναφέρει ο Νικορέστης Χανιωτάκης στο «Νσυν».
Αρχάγγελος της Κρήτης
Δουλεύοντας την παράσταση την τελευταία πενταετία κι αντλώντας έμπνευση από μαρτυρίες που συγκέντρωσε κατά τη μεγάλη του έρευνα, όπως αυτές της χήρας του τραγουδιστή, Ουρανίας, και της κόρης του Ρηνιώς, έστησε μια αφήγηση που δεν είναι αγιογραφία αλλά επιχειρεί να φωτίσει τον κόσμο ενός ανθρώπου που ταύτισε την τέχνη με την αξιοπρέπεια, τον αγώνα με την ελπίδα μιας ολόκληρης εποχής. «Η αγιογραφία δεν είναι ένας όρος που μου αρέσει πάρα πολύ να χρησιμοποιώ. Είδαμε όμως ότι ο χαρακτηρισμός “αρχάγγελος της Κρήτης” δεν είναι τυχαίος. Κάθε φορά που ερχόταν κάποιος από το περιβάλλον του στην πρόβα και τον ρωτούσαμε για τα αρνητικά στοιχεία του, με μια φωνή μάς έλεγε ότι δεν είχε κάποια αρνητική πλευρά. Ηταν ένας άνθρωπος γεμάτος φως, αγάπη, νοιάξιμο και δοτικότητα. Ενας φάρος για τη ζωή των ανθρώπων που τον συναντούσαν. Γι’ αυτό για μένα έχει ξεχωριστή σημασία που γίνεται αυτή η παράσταση. Δεν είναι μια απλή βιογραφία. Θα δουν οι θεατές πολλά στιγμιότυπα από τη ζωή του που θα τους εντυπωσιάσουν και θα τους κάνουν να υποκλιθούν στο μεγαλείο του», τονίζει ο σκηνοθέτης.
Δεν μπορείς να τον μιμηθείς
Σημαντικό στοιχείο της ιστορίας που ξεδιπλώνεται επί σκηνής ήταν η επιλογή του ίδιου να αποφύγει τη μίμηση του Νίκου Ξυλούρη. Ετσι ζήτησε από τον Αιμιλιανό Σταματάκη, ο οποίος ανέλαβε να υποδυθεί τον κεντρικό ήρωα, να λειτουργήσει περισσότερο ως φορέας της μνήμης και του βιώματος, αφήνοντας χώρο στον τραγουδιστή ν’ ακουστεί μέσα από τα τραγούδια, τα ντοκουμέντα και τη δραματουργία. «Δεν πήγαμε σε κανένα σημείο να μιμηθούμε ούτε τη φωνή, ούτε κάτι άλλο δικό του. Γιατί ήταν ένας μοναδικός άνθρωπος που δεν μπορείς να τον μιμηθείς αλλά να προσεγγίσεις το φως και την ψυχή του. Οπότε ο Αιμιλιανός Σταματάκης δεν μιμείται τη φωνή του Ξυλούρη αλλά προσπαθεί να βρει την περηφάνια με την οποία τραγουδούσε και το ανάστημά του, μαζί με τα χαρακτηριστικά της κίνησης, της φωνής, του τρόπου που σήμαινε για την ψυχή και την προσωπικότητά του. Στην πορεία, είδαμε μ’ έναν μαγικό τρόπο το πώς άρχισε να μοιάζει ο ηθοποιός στην εξωτερική του εμφάνιση αλλά αυτό δεν ήταν αυτοσκοπός. Αυτές τις προσωπικότητες δεν μπορείς να τις προσεγγίσεις μιμητικά γιατί θα ηττηθείς. Το θέμα είναι να τις σεβαστείς, να αναγνωρίσεις τη μοναδικότητα και την αξία τους στο πέρασμα των χρόνων και να προσεγγίσεις την ψυχή τους», επισημαίνει ο Ν. Χανιωτάκης.
Η μουσική στην παράσταση
Οπως ζωντανεύει το σύμπαν του Νίκου Ξυλούρη και με τη συμμετοχή της Αλκηστης Πρωτοψάλτη, η μουσική του δεν λειτουργεί ως απλή επένδυση αλλά ένας ζωντανός αφηγητής. Τα τραγούδια του όπως τα ριζίτικα, τα «Αγρίμια κι αγριμάκια μου», «Ξαστεριά», «Ψηλό βουνό», «Αετός» μαζί με τις συνθέσεις των Σταύρου Ξαρχάκου, Χρήστου Λεοντή, Λίνου Κόκοτου και Ηλία Ανδρεόπουλου δεν προκαλούν απλώς τη συγκίνηση αλλά την ενεργή μνήμη. «Η ενασχόλησή μου με τον Ξυλούρη άλλαξε πάρα πολύ τον τρόπο με τον οποίο ακούω γενικά την κρητική μουσική. Παρότι είμαι από το νησί, όταν ήμουν μικρότερος δεν αγαπούσα τη λύρα, με κούραζε κι έτσι την απέφευγα γιατί μεγάλωσα με το πιάνο. Οταν ξεκινήσαμε την προσπάθεια της παράστασης αγάπησα τόσο πολύ τα ριζίτικα και την κρητική μουσική. Η φωνή του με βοήθησε πάρα πολύ σ’ αυτό. Αυτός ήταν, άλλωστε, κι ένας από τους στόχους του ίδιου που ήθελε να κάνει την κρητική μουσική αγαπητή σ’ όλο τον κόσμο. Τώρα, όταν την ακούω στην παράσταση λυγίζω από τη συγκίνηση. Οπότε μπορώ να πω ότι η φωνή του μας εξημερώνει και μουσικά μάς φέρνει κοντά σ’ αυτήν την υπέροχη παραδοσιακή μουσική από την οποία δυστυχώς η εποχή μας έχει πάρει αποστάσεις», παραδέχεται ο σκηνοθέτης.
Εκτός όμως από τη μουσική διάσταση του Ψαρονίκου, όπως ήταν το προσωνύμιό του στην Κρήτη, αναδύεται και η πολιτική, χωρίς συνθήματα. Δεν παρουσιάζεται ως ιδεολογικό σύμβολο αλλά ως στάση ζωής. «Οπως όλες οι μεγάλες προσωπικότητες εκείνης της εποχής, τις οποίες βλέπουμε στην παράσταση, δεν φοβήθηκε να υψώσει το ανάστημά του απέναντι στην εξουσία και το άδικο. Κι αυτό νομίζω ότι μάς δείχνει έναν δρόμο να ρισκάρει τη ζωή του, να τολμήσει να βγει μπροστά. Κορόιδευε τα σουξέ και την καριέρα αλλά αγαπούσε την παρέα, την ένωση κι αυτός νομίζω ότι είναι ο τρόπος που μπορούμε να τον συνδέσουμε με το σήμερα γιατί απουσιάζουν αυτά τα στοιχεία. Ο ίδιος έλεγε πως δεν ανήκει σε κόμματα ή κυκλώματα αλλά τραγουδάει εκεί όπου ανεμίζουν πράσινες, κόκκινες και γαλανόλευκες σημαίες, εκεί όπου υπάρχει ανάγκη», καταλήγει ο Ν. Χανιωτάκης.